Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2008

04. Σαν Κεραυνός

«Ο ΑΛΛΑΧ αγαπά εκείνους που πολεμούν στο Δρόμο Του. Για τη Νίκη της Θρησκείας Του»
Κοράνι, 61-4


Ο Βαγιαζήτ έμεινε γνωστός στην ιστορία των Οθωμανών σαν ‘Γιλντιρίμ’, ο Κεραυνός. Κανείς δεν ξέρει αν ο προσδιορισμός αυτός οφείλεται στις γρήγορες προελάσεις του στο μέτωπο, στην ταχύτητα με την οποία κατέλαβε το αξίωμα του Σουλτάνου ή στον εκρηκτικό χαρακτήρα του.

Ο Μουράτ ήταν αγράμματος γιος ενός εμίρη. Ο Βαγιαζήτ ήταν γιος Σουλτάνου. Η μητέρα του ήταν πριγκίπισσα του Βυζαντίου, γεννημένη σε πορφύρες και σε μεγαλεία στο παλάτι της Βασιλεύουσας. Οι ουλεμάδες δεν τον εμπιστεύονταν. Έδωσε στα παιδιά του ονόματα διαφόρων μεγάλων θρησκειών. Αλληλογραφούσε με τον Πάπα της Ρώμης – αν και ο ίδιος έλεγε ότι ήθελε να κάνει την Ιερά Τράπεζα του Αγίου Πέτρου στάβλο για τα άλογά του. Ο Βαγιαζήτ κατέλαβε τη Βουλγαρία και την Ουγγαρία και δολοφόνησε τους ηγέτες τους. Ντυνόταν σαν Έλληνας και διάβαζε την ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας. Φήμες τον έφεραν ομοφυλόφιλο. Του άρεσε το κρασί. Ο χαλίφης του Καΐρου τον ονόμασε ‘Σουλτάνο των Ρωμιών’. Ήταν πολεμοχαρής αλλά και μεγαλόψυχος. Στον απεσταλμένο των Φράγκων στο Σαράι, τον Ζαν Ντε Νεβέρ, είπε κάποτε: «Γεννήθηκα να φέρω όπλα και να κυριεύω ότι βρίσκεται μπροστά μου». Πράγματι έγινε κύριος μιας αυτοκρατορίας από το Δούναβη μέχρι τον Ευφράτη και ποτέ δεν έχασε μάχη – εκτός από μία, την τελευταία του.

Ήταν όμως και πολύ πονηρός. Το 1396 ξεκίνησε πολιορκία της Κωνσταντινούπολης με 10.000 πολεμιστές από τις υποτελείς περιοχές. Και ενώ η πολιορκία δε φαινόταν να έχει αποτέλεσμα, έμαθε ότι ένας νέος αντίπαλος στρατός είχε φθάσει στον Δούναβη. Αμέσως – και ευτυχώς γι’ αυτόν – ήρε την πολιορκία και εκστράτευσε στις Παραδουνάβιες περιοχές κατά των εχθρών του που αποδείχτηκε ότι ήταν οι τελευταίοι Ευρωπαίοι Σταυροφόροι προς Ανατολάς.

Ο στρατός Γάλλων, κυρίως, Σταυροφόρων ξεκίνησε, όπως οι πρόγονοί τους πριν δύο αιώνες, να εκδιώξει το Ισλάμ από την Ευρώπη. Στη Βούδα οι Σταυροφόροι ενώθηκαν με Γερμανούς ιππότες και στρατεύματα υπό τον Ούγγρο βασιλέα Λάντισλας και σε διάστημα ενός μηνός είχαν προωθηθεί στη Νικόπολη, πάνω στο Δούναβη. Οι ίδιοι διακήρυσσαν ότι τίποτα δεν μπορεί να αντισταθεί στη δύναμη των δοράτων τους. Ας σημειώσουμε όμως ότι όχι όλοι οι Ευρωπαίοι ευγενείς συμμετείχαν στην ‘ιερά’ αυτή σύναξη. Ο γηραιός Δούκας της Βαυαρίας συμβούλευσε τους γιους του ‘να μην χρησιμοποιήσουν όπλα κατά μακρινών λαών και χωρών που δεν μας έχουν βλάψει και να μην πάμε εκεί χωρίς αιτία’, αλλά, αν θέλουν οπωσδήποτε να εκστρατεύσουν, ας πάνε στη Φριζία και εκεί ας κυριεύσουν την κληρονομιά τους.
Ο επιτόπιος διοικητής της Οθωμανικής φρουράς στη Νικόπολη αρνήθηκε να παραδώσει τα όπλα και οι Σταυροφόροι πολιόρκησαν την πόλη, αφού έσφαξαν όσους χωρικούς βρήκαν στο δρόμο τους. Φήμες έφεραν το Βαγιαζήτ σε εκστρατεία ‘Στο Κάιρο, στη Βαβυλώνα’ και επομένως οι ιππότες έτρωγαν και έπιναν ξένοιαστοι. Ίσως από το πολύ μεθύσι να μην έδωσαν την πρέπουσα σημασία στους ανιχνευτές που ανέφεραν την παρουσία Οθωμανικών στρατευμάτων στην περιοχή. Οι Ούγγροι, γνωρίζοντες τι θα πει Οθωμανικός στρατός, πρότειναν τη σταδιακή αποχώρηση από τα Οθωμανικά εδάφη. Οι ιππότες όμως δεν συμφώνησαν – εξάλλου ποτέ δεν εμπιστεύτηκαν τους Ούγγρους. Σύντομα 6.000 Σταυροφόροι ιππότες κυνηγούσαν Οθωμανούς ιππείς στους λόφους γύρω από τη Νικόπολη. Οι λιγοστοί Οθωμανοί, όπου φύγει, φύγει. Και οι Σταυροφόροι πίστευαν ότι κάπου στη κοιλάδα του Δούναβη βρισκόταν ο ανυπεράσπιστος Οθωμανικός στρατός.

Παλιό Οθωμανικό κόλπο. Ο Ραβίνος Ιωσήφ που παρακολουθούσε το θέαμα, έγραψε στο ημερολόγιό του: «Γέλαγαν στην αρχή, αλλά μετά η χαρά τους έφυγε». Ξαφνικά, από τους γύρω λόφους ξεχύθηκε ο κύριος όγκος των Οθωμανών και οι Γάλλοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με 60.000 Τούρκους σπαχήδες που τους κύκλωσαν και τους περιόρισαν στο κέντρο της κοιλάδας, ο ίδιος ο Βαγιαζήτ πάνω στο άρμα του, με τη γνωστή του ταχύτητα – σαν κεραυνός – γελοιοποίησε τους Ιππότες. Μετά ήλθαν οι γενίτσαροι της αυτοκρατορικής φρουράς και τους έστειλαν όλους στο Δημιουργό τους. Σώθηκαν καμιά εκατοστή Σταυροφόροι και μερικοί Ούγγροι Ουσάροι, μεταξύ τους – προφανώς με την ανοχή του Βαγιαζήτ – ο αρχηγός των Σταυροφόρων Άγιος Ιωάννης και ο αρχηγός των Ούγγρων βασιλιάς Λάντισλας οι οποίοι κατέφυγαν ολοταχώς στην Ενετική Γαλέρα που στάθμευε στο Δούναβη. Στη συνέχεια, συνηθισμένο φαινόμενο, οι Ούγγροι κατηγόρησαν τους Γάλλους για βεβιασμένη κίνηση και οι Γάλλοι τους Ούγγρους για αδικαιολόγητα αμυντική στάση. Η φρουρά της Γαληνοτάτης πάντως δε δέχτηκε πάνω στο πλοίο κανέναν άλλον εκτός από τους δύο αρχηγούς – επίσης γνωστό κόλπο. Οι υπόλοιποι πήραν τα βουνά και υπέφεραν τα πάνδεινα στα Καρπάθια που ληστεύτηκαν και κακοποιήθηκαν από ληστές. Ένας από αυτούς, ο Σιλτμπέργκερ, με μια ομάδα διασωθέντων, παραδόθηκε στους Οθωμανούς, εξισλαμίσθηκε, έγινε γενίτσαρος και υπηρέτησε πιστά για τριάντα χρόνια το Σουλτάνο.

Αυτή ήταν η τύχη και της τελευταίας απόπειρας Σταυροφορίας. Ο Βαγιαζήτ, ενισχυμένος από τη μεγάλης σημασίας νίκη του, εδραίωσε τόσο στους ίδιους τους Οθωμανούς όσο και στους τρομοκρατημένους ηγεμόνες και ηγεμονίσκους της Λατινικής Ευρώπης την πεποίθηση ότι οι Οθωμανοί δεν αναχαιτίζονται. Στη συνέχεια η προσοχή των Οθωμανικών στρατευμάτων του Βαγιαζήτ στράφηκε στους Μογγόλους του Ταμερλάνου, οι οποίοι από τις στέπες της κεντρικής Ασίας τρομοκρατούσαν τα ανατολικά μπεϊλίκια της αυτοκρατορίας. Στα επόμενα χρόνια, μέχρι το 1450, οι διάδοχοι του Βαγιαζήτ Μεχμέτ ο 1ος και Μουράτ ο 2ος είχαν εδραιώσει τα σύνορα της αυτοκρατορίας και στράφηκαν πια προς το μεγάλο όνειρο του Ισλάμ: Την Πόλη.
Η μοίρα του Βαγιαζήτ σφραγίσθηκε μέσα σε μια δεκαετία: Ισχυρογνώμων και υπερόπτης, ποτέ δεν κατάλαβε τα φυσικά όρια τα οποία οι πρόγονοί του τηρούσαν προσεκτικά. Πρόσεχαν πάντα να επεκτείνουν την Αυτοκρατορία τους συμμετρικά σε Ανατολή και Δύση, χωρίς ποτέ να εγκαταλείπουν ένα μέτωπο πριν το καταστήσουν απόλυτα ασφαλές γι’ αυτούς και εξασφαλίζοντας ότι ποτέ δεν υπήρχαν δυο ανοιχτά μέτωπα ταυτόχρονα. Ο Μουράτ το 1389 κατείχε 262.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, σχεδόν απόλυτα χωρισμένα στη μέση ανάμεσα στην Ασία και την Ευρώπη. Ο Βαγιαζήτ κατέκτησε τόσα πολλά εδάφη στην Ασία, που το 1402 κατείχε 692.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, εκ των οποίων τα δύο τρίτα στην Ασία. Είχε κάνει πολλούς εχθρούς ανάμεσα στις ηγετικές οικογένειες που είχε εκτοπίσει και δεν εκτίμησε την αφοσίωση όσων πήρε στην υπηρεσία του.

Η εκδίκηση ήρθε στο πρόσωπο ενός Τατάρου πολεμιστή με δύναμη και θάρρος μεγαλύτερα από τα δικά του: Ταμερλάνος ο Μέγας, γεννημένος στη Σαμαρκάνδη το 1346, που σε ηλικία σαράντα ετών η αυτοκρατορία του κάλυπτε όλη την Κεντρική Ασία. Το 1398, εκστρατεύοντας προς τη Συρία, συναντήθηκε με αντιπροσωπεία εξόριστων εμίρηδων της Ανατολής, συνοδευόμενη από αντιπροσώπους της Κωνσταντινούπολης, της Γένουας, της Βενετίας, ακόμα και του Καρόλου του 5ου της Γαλλίας, που τον προέτρεψαν να επιτεθεί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αρνήθηκε να το κάνει, αλλά προσάρτησε στο κράτος του αρκετές παραμεθόριες πόλεις της.

Δεν ήταν στη φύση του Βαγιαζήτ να καταπιεί την προσβολή. Έγραψε πύρινα, γεμάτα απειλές γράμματα στον Ταμερλάνο, με το όνομά του γραμμένο με χρυσά, μεγάλα γράμματα, ενώ το όνομα του Ταμερλάνου με μικρά, μαύρα. Υποσχέθηκε αμνηστία για τη βοήθειά του στον μεγάλο του εχθρό Καρά Γιουσούφ, Άρχοντα των Μαύρων Αμνών, ο οποίος είχε θέσει τον εαυτό του πέρα από κάθε οίκτο, με το να επιτεθεί σε καραβάνι Οθωμανών καθοδόν στη Μέκκα για προσκύνημα. Ο Ταμερλάνος παίρνοντας την πόλη Σιβάρεια το 1399 εκτέλεσε την Οθωμανική φρουρά και τον πρεσβύτερο γιο του Βαγιαζήτ. Τρεις χιλιάδες Αρμένιοι, στρατιώτες που φρουρούσαν την πόλη ετάφησαν ζωντανοί.

Η σύρραξη ήταν αναπόφευκτη. Ο Βαγιαζήτ αναζήτησε τη μάχη με μανία – σε αντίθεση με την συνηθισμένη πρακτική των Οθωμανών. Ο Ταμερλάνος προχωρούσε αδιαφορώντας για τη σύγκρουση, χωρίς όμως να υποτιμά τον αντίπαλο. Ο Βαγιαζήτ, με εντυπωσιακή απροσεξία, παρέταξε σχεδόν άτακτα τα στρατεύματά του έξω από την Άγκυρα την ημέρα της μάχης το 1402. Ο στρατός του Ταμερλάνου ήταν διπλάσιος σε αριθμό. Και είχαν πρόσφατα εισπράξει το μισθό τιυς. Μαζί του ήταν εμίρηδες που ήξεραν καλά την περιοχή. Ο Βαγιαζήτ όμως, σύμφωνα με τα λόγια ενός από τους στρατηγούς του, έμοιαζε να θεωρεί τον εαυτό του νικητή πριν ξεκινήσει για τη μάχη. Το πρωί της μάχης ξεκίνησε πρώτος, οδηγώντας το στρατό του σε ένα άγριο κυνήγι, που λέγεται ότι στοίχισε τη ζωή από εξάντληση σε 6.000 άνδρες. Επιστρέφοντας στο στρατόπεδό τους, ο Οθωμανικός στρατός βρήκε τον Ταμερλάνο να το έχει ήδη καταλάβει. Και μαζί με αυτό τη μοναδική πηγή νερού στην περιοχή. Από μόνο τη δίψα, ο στρατός του Βαγιαζήτ παραδόθηκε.

Οι άνδρες από την Ανατολή που υπηρετούσαν στο Οθωμανικό στράτευμα αυτομόλησαν στους Εμίρηδες και στον Ταμερλάνο. Οι γενίτσαροι που παρέμειναν πιστοί στο Σουλτάνο αντιμετώπισαν διψασμένοι και σκονισμένοι, μέσα στον αδυσώπητο ήλιο, τους ινδικούς ελέφαντες και τους καλοποτισμένους μαχητές του Ταμερλάνου με τους εκατοντάδες χιλιάδες ιππείς του. Πολέμησαν με αυτοθυσία και θάρρος για το οποίο άλλωστε ήταν γνωστοί. Ο Σουλτάνος με τους γιους του και οι άμεσοι μαχητές του, περικυκλωμένοι πάνω στο μοναδικό ύψωμα της περιοχής, πολέμησαν σαν λιοντάρια όλη τη νύχτα. Αργά, πριν ξημερώσει, οι πιστοί του Σέρβοι μαχητές θυσιάστηκαν για να ξεφύγει ο Σουλτάνος και ο προοριζόμενος για διάδοχός του Σουλεϊμάν. Άλλοι δυο γιοι του, ο Ίσα και ο Μούσα, σώθηκαν από την αυτοθυσία της επίσης Σέρβικης φρουρά τους. Ο Μεχμέτ αιχμαλωτίστηκε από τον Εμίρη της Αμάσειας και οδηγήθηκε δέσμιος εκεί. Μόνο ο Μουσταφά, τρίτος στη σειρά γιος του Βαγιαζήτ, δεν βρέθηκε ποτέ. Ο Ταμερλάνος διέταξε την προσεκτική έρευνα της περιοχής για το πτώμα του. Ούτε αυτό βρέθηκε.

Ο Βαγιαζήτ έφυγε τρέχοντας στο άλογό του βόρειο-δυτικά. Τον πρόφθασε και τον συνέλαβε αιχμάλωτο ο Τιτουλάριος Χάνος της Ζαγκετάι, σύμμαχος του Ταμερλάνου και τον παρέδωσε σ’ αυτόν που τον χρησιμοποίησε όπως του άξιζε: με αλαζονεία και μεγαλοπρέπεια. Τον έβαλε σε ένα σιδερένιο κλουβί, τόσο μικρό που δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος, με πλήρη όμως την βασιλική του περιβολή. Η γυναίκα του Δέσποινα υποχρεώθηκε να σερβίρει γυμνή στο τραπέζι του Ταμερλάνου. Κανείς δεν προσφέρθηκε να πληρώσει τα –απελπιστικά υπέρογκα – λύτρα για να τον ελευθερώσει. Και μάλλον κανείς δε λυπήθηκε όταν πέθανε κτυπώντας το κεφάλι του στα σιδερένια κάγκελα του κλουβιού του.

Πριν εγκαταλείψει την περιοχή, ο Ταμερλάνος ‘επισκέφτηκε’ την Προύσα, την πρωτεύουσα των Οθωμανών, και ανάγκασε τον πρίγκιπα Σουλεϊμάν να φύγει αλαφιασμένος στην Ευρώπη. Κατέλαβε επίσης τη Σμύρνη, την ανατολική βάση των Ιπποτών του Αγίου Γεωργίου, που δεν είχε καταφέρει να την καταλάβει ο Βαγιαζήτ. Οι κάτοικοι της Εφέσου, φοβούμενοι την επέλαση του τρομερού Τατάρου έστειλαν τα παιδιά τους να τον υποδεχθούν. Αυτός, φέρεται να είπε ενοχλημένος: «Τι είναι αυτός ο θόρυβος»; Και έστειλε το ιππικό του να τα ποδοπατήσει. Στη συνέχεια ακολούθησε το δρόμο του και κατάφερε να πεθάνει φορώντας τις μπότες του, εκστρατεύοντας κατά της Κίνας.

Η νεαρή Οθωμανική Αυτοκρατορία παραλίγο να καταρρεύσει. Οι εμίρηδες, ανακουφισμένοι επέστρεψαν στα παλάτια και τα φέουδά τους. Οι γαζήδες επέστρεψαν στις ελευθερίες τους των παραμεθορίων περιοχών. Οι Χριστιανοί της Δυτικής Ευρώπης, με το άκουσμα της ήττας του Βαγιαζήτ, ξέχασαν για λίγο τους Τούρκους. Το Βυζάντιο έβγαλε μια κραυγή ανακούφισης και κατέφυγε στη διπλωματία για να ξαναπάρει μερικά από τα χαμένα εδάφη του. Οι επιζήσαντες γιοι του Βαγιαζήτ άρχισαν να ερίζουν για τη διαδοχή. Η έριδα, με τη βοήθεια των εμίρηδων, των γαζήδων, των εμπόρων της Προύσας, των θεολόγων, των Βυζαντινών και των Ιταλικών πόλεων-κρατών – πού όλοι τους είχαν λόγους να επιδιώκουν την παράταση της αβεβαιότητας – μετατράπηκε σε σκληρή εμφύλια διαμάχη. Στα δέκα χρόνια που ακολούθησαν, κάποιοι από τους αδελφούς εκτελέστηκαν, ο διάδοχος Σουλεϊμάν – που κάποτε χρησιμοποίησε τα νεκρά σώματα Σέρβων σαν τραπέζι για το δείπνο του, και ο οποίος φαινόταν να έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες – ήταν ο πρώτος που έφυγε. Ο Ίσα εξαφανίστηκε. Οι Εμίρηδες, που προωθούσαν τον αιχμάλωτό τους Μεχμέτ, την πάτησαν. Θεωρούσαν τον πρίγκιπα αδύναμο, αλλά έπεσαν έξω. Όταν κατάλαβαν το λάθος τους έκαναν πίσω, ήταν όμως πολύ αργά.

Η μοίρα του Βαγιαζήτ και η δεκαετής περίοδος κενού εξουσίας που ακολούθησε, αποκάλυψε τόσο τα μειονεκτήματα, όσο και τα πλεονεκτήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Φάνηκε ότι ήταν πολύ μεγάλη να διοικηθεί από ένα άτομο. Επίσης ότι η πίστη των τοπικών αρχόντων στο Σουλτάνο φάνηκε να έχει τεράστια σημασία για την επιβίωσή της. Τέλος έγινε φανερό ότι ήταν φυσικά αδύνατο για το Σουλτάνο να μεταφέρει τον εαυτό του και το στρατό του από το ένα μέτωπο της Αυτοκρατορίας στο άλλο. Και ήταν ζωτικής σημασίας να σταθεροποιούνται τα σύνορα στη μια ήπειρο πριν ανοίξει μέτωπο στην άλλη.

Αλλά και οι εχθροί της Αυτοκρατορίας δεν ήταν πια ενωμένοι. Κανείς τους δεν φάνηκε ικανός να εκμεταλλευθεί την αμηχανία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για πρώτη φορά, η Οθωμανική κυριαρχία φάνηκε ικανή να ριζώσει τόσο στην Ασία όσο και στην Ανατολή. Με τους διαδόχους του Βαγιαζήτ, το γιο του Μεχμέτ τον 1ο και το γιο του Μεχμέτ, τον Μουράτ το 2ο, ο ρυθμός της Αυτοκρατορίας είχε αποκατασταθεί. Στα 1430 οι Σουλτάνοι είχαν αποκαταστήσει πλήρως την Αυτοκρατορία που είχε παραλίγο εξανεμίσει ο Βαγιαζήτ. Οι Οθωμανοί δεν επαναλάμβαναν συνήθως τα λάθη τους. «Θα σεβαστώ τις ανάγκες των δύο ηπείρων» είπε ο διάδοχος του Βαγιαζήτ, ο Μεχμέτ ο 1ος, στους Βυζαντινούς που τον επισκέφτηκαν να τον συγχαρούν και των οποίων βέβαια η πόλη ήταν εμπόδιο στα σχέδιά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: